Ακουγα τη φωνή της αλλά δεν την έβλεπα. Ενα μπουκέτο παιδιών αγκαλιασμένων ήταν το μόνο που έβλεπα. Στο κέντρο ήταν η Μαίρη. Ενας πιτσιρικάς δακρυσμένος, δύο κοπέλες που γέλαγαν. «Θα έρθουμε ξανά αύριο». «Θα φέρουμε και λουκουμάδες». «Κιμαδόπιτα να μου φέρετε που την έχω επιθυμήσει». Μόλις το μπουκέτο άνοιξε, διέκρινα μια όμορφη εύθραυστη κοπέλα. Φωτογραφία της δεν θα δείτε, οπότε θα σας την περιγράψω. Αδύνατη, μελαχρινή με μακριά μαλλιά και μαύρα μάτια. Γκρι φόρμες και ένα πράσινο τριφύλλι στο στήθος. Ετών 17. Σαν τη μικρή μας αδελφή δηλαδή, μόνο που δεν ήμουν στην αυλή του σχολείου ούτε σε κάποιο κοριτσίστικο δωμάτιο. «Αστυνομική Διεύθυνση Χίου». Τη θυμάστε την υπόθεση; «Εξαρθρώθηκε νεανική συμμορία. Σαράντα πέντε συλλήψεις». Παραμονές Χριστουγέννων του 2011. Στην Αθήνα ήταν μονόστηλο. Στη Χίο πρώτο θέμα. «Επιασαν ηρωίνη, κοκαΐνη, χασίς, εμπόρους, χρήστες, βαποράκια, ανάμεσά τους και μαθητές Γυμνασίων και Λυκείων» στην εφημερίδα «Η Αλήθεια». «Game over» στην εφημερίδα «Πολίτης». Τα αποκόμματα των τοπικών εφημερίδων είχαν στοιχειώσει πάνω στο γραφείο μου. Τα κοιτούσα αλλά δεν έπαιρνα την απόφαση να πάω στη Χίο. Τελικά το αποφάσισα με τους πρώτους ήλιους της άνοιξης. Αστυνόμος Γιώργος Κεβόπουλος: «Ναι, πιάσαμε και πιτσιρίκια. Τι άλλο να κάναμε; Κυριαρχούσαν στην αγορά των ναρκωτικών στο νησί. Συνεχώς τους προειδοποιούσα, αλλά μυαλό δεν έβαζαν». Εισαγγελέας Εμμανουέλλα Κετσιατζή: «Την απόφαση για την προφυλάκιση δεν την πήρα εγώ, την πήρε η κοινωνία της Χίου, οι γονείς που έρχονταν στο γραφείο μου και ζητούσαν λύση». Μένη Μαλλιώρη, πρόεδρος του ΟΚΑΝΑ: «Τα παιδιά δεν πρέπει να είναι στη φυλακή. Πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα για εναλλακτικές ποινές».
Η Μαίρη μόλις με είδε χάρηκε. Ισως γιατί είχε ανάγκη από κουβέντα ή γιατί θα έμενε άλλη μισή ώρα έξω από το κρατητήριο. Στη Χίο είχε έρθει για τα διαδικαστικά της προφυλάκισής της. Ο αστυνόμος μού την «παρέδωσε» και έφυγε. Τελικά η κουβέντα μας κράτησε δυο ώρες. Τη μια έβριζε τους «μπάτσους», την άλλη τον εαυτό της. Εκλαιγε και γελούσε ταυτόχρονα. Είναι δύσκολο να το καταλάβετε, αλλά θα προσπαθήσω να σας το δώσω και γραπτώς.
Πώς είναι τα πράγματα στον Ελαιώνα Θηβών;
Είμαι στο παράρτημα με τις μικρές, όλη την ώρα αυτοκτονούν γιατί δεν αντέχουν τη φυλακή.
Οταν λες «αυτοκτονούν»;
Πέφτουν από τις σκάλες, πίνουν χλωρίνη - και δεν μπορώ να βρω χλωρίνη για να πλύνω την τουαλέτα -, καταπίνουν κεραίες, ξυραφάκια. Στα πρεζάκια δεν «περνάνε» ούτε καφέ γιατί τον πίνουν.
Εννοείς τον σνιφάρουν;
Ναι, κάνουν μυτιές νες καφέ. Και αλάτια ρουφάνε και διάφορα τρελά. Για να μαγειρέψεις, πρέπει να περιμένεις στην ουρά. Για καρτοτηλέφωνο στην ουρά. Ζεστό νερό έχει στις 6 το πρωί και ό,τι πρόλαβες πρόλαβες. Το πιστολάκι το έχουν ισοβίτισσες και δεν μπορώ να το πάρω. Το μόνο καλό είναι ότι έχει ΚΕΘΕΑ και για καλή μου τύχη γνώρισα τον Παναγιώτη, τον θεραπευτή μου. Στην αρχή βέβαια έλεγα «κάτσε να βγω από τη φυλακή και θα κάνω πάλι τα δικά μου». Τελικά όμως με έπεισε.
Τι έπινες;
Μόνο χόρτο. Πολύ όμως.
Πόσο;
24 ώρες το 24ωρο.
Ξέμπλεξες, πιστεύεις;
Αν με αφήσουν τώρα, το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να πάω να πιω ένα τσιγάρο. Γι' αυτό θέλω να πάω στο Εν Δράσει. Στη φυλακή έχω δει πόσο χάλια είναι οι γυναίκες που πίνανε…
Πόσο καιρό ήσουν στη…
Στη χρήση;
Οχι. Στους Locos, στη συμμορία.
Δεν υπάρχει συμμορία. Αυτά τα έχουν βγάλει οι «απέναντι» για να πάρουν «γαλόνια». Τι συμμορία; Μια παρέα παιδιών είμαστε. Παντού στην Αθήνα υπάρχουν τέτοιες παρέες.
Εχεις μεγάλο θυμό για τους μπάτσους επειδή σας πιάσανε;
Δεν το έκαναν για το καλό μας. Κάποιοι από αυτούς, οι μισοί, είναι πολύ κακοί άνθρωποι. Σκέψου ότι την ημέρα που μας πιάσανε μας κάνανε ρεζίλι. Στείλανε δύο ασφαλίτες λίγο πιο κάτω από το σπίτι μας, εμείς θέλαμε να φύγουμε, εν τέλει μας ρίξανε κάτω, μπροστά σε όλη τη γειτονιά. Τι να πρωτοπώ δεν ξέρω.
Πού έβρισκες όμως λεφτά για να πίνεις 24 ώρες το 24ωρο;
Ο ένας έδινε στον άλλον. Δεν βγάζαμε όμως λεφτά. Για το πιόμα τα κάναμε όλα. Ετσι είναι οι έμποροι; Οι έμποροι έχουν βίλες, μηχανές, σκάφη. Τώρα στη φυλακή τα μισά παιδιά δεν έχουν ούτε για τσιγάρα. Οσοι είναι έξω κάνουν έρανο και τους στέλνουν.
Τους ξυλοδαρμούς πώς τους δικαιολογείς;
Εσύ δεν έχεις παίξει ξύλο ποτέ;
Εχω παίξει ξύλο ένας με έναν. Οχι πολλοί εναντίον ενός.
Μα με ομάδες γινόταν ό,τι γινόταν. Δεν πηγαίναμε σε έναν.
Επισκεπτήρια έχεις;
Η μάνα μου δεν έχει λεφτά να έρχεται στο επισκεπτήριο. Μία φορά μόνο το έχει κάνει. Το βράδυ μας κλείνουν από τις 8 και κάθομαι και κλαίω. Βλέπω στον ύπνο μου ότι αποφυλακίζομαι, ότι βλέπω ξανά τους φίλους μου. Και δεν παίρνω αέρα από πουθενά. Στη αρχή έβλεπα ότι κάτω από το μαξιλάρι μου έχω κρυμμένο ένα τσιγάρο, άνοιγα τα μάτια κι έψαχνα.
Κάτσε, κάτσε…
Πήρα φόρα;
Εξω ήταν καλύτερα;
Οχι, δεν ήταν καλύτερα, αλλά τώρα είμαι κανονικά μέσα στην κόλαση…
«Εξω» ήταν ο παράδεισος και «μέσα» είναι η κόλαση;
Οχι. Κι έξω σε μια κόλαση ζούσα. Μια ζωή κάτι περίμενα χωρίς να ξέρω τι. Περίμενα να γίνω, γινόμουν και μετά πάλι περίμενα. Κάποτε έπρεπε να σταματήσει αυτό, αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο. Μια μέρα ξυπνήσαμε και μας χώσανε όλους σε ένα κελί και μας είπαν «θα πάτε φυλακή». Κλαίγαμε, χτυπιόμασταν. Εγώ πιο πολύ αγχώνομαι για τα μικρά αλλά και για το αγόρι μου, που είναι πιο βαριά από όλους. Επειδή είμαστε κρατούμενοι, μας φέρονται απαίσια παντού.
Στην κοινότητα είναι απαίσια;
Οχι, στην κοινότητα είναι τέλεια. Γι' αυτό θέλω να έρθουν και τα άλλα παιδιά, για να σωθούν.
Κάποια παιδιά θα είχαν άσχημο τέλος αν συνέχιζαν την ίδια ζωή.
Ολοι θα είχαμε άσχημο τέλος, γιατί ό,τι έκανε ο ένας το έκανε και ο άλλος.
Εσύ θα σταμάταγες αν δεν σε έπιαναν;
Δεν ήθελα να πίνω για όλη μου τη ζωή, αλλά δεν είναι και τόσο εύκολο. Λες ότι θα σταματήσεις, αλλά δεν το κάνεις. Επρεπε να μας πιάσουν και να μας στείλουν κατευθείαν σε ένα πρόγραμμα. Εγώ τώρα προσπαθώ να πείσω όλη την παρέα να μπει στο Εν Δράσει. Να πάψουμε να πίνουμε, να βγάλουμε το σχολείο. Είναι η μεγάλη ευκαιρία της ζωής μας. Στην αρχή νομίζαμε ότι την πατήσαμε, αλλά εγώ πιστεύω ότι σε καλό θα μας βγει. Κοντεύω να βάλω τα κλάματα. Δεν θέλω να κάτσω όλη μου τη ζωή στη φυλακή.
Δεν θα κάτσεις όλη σου τη ζωή στη φυλακή.
Μα μου είχαν πει ότι θα κάτσω μέσα δυο μήνες και είμαι τέσσερις. Το ξέρεις ότι αποφυλακίστηκε η φίλη μου και έχω μείνει με τις τρελές. Τη φοβάμαι πολύ τη φυλακή, όχι μη φάω ξύλο, αυτό, όχι, δεν το φοβάμαι.
Οπου να 'ναι πάντως θα βγεις και εσύ.
Και εγώ να βγω, οι άλλοι θα μείνουν πίσω. Να μας βγάλουν όλους με όρους. Εγώ αυτό θέλω. Οχι όλους, τους ανηλίκους τουλάχιστον. Συμμορίτες μας έχουν βγάλει. Δεν ξέρω πού τους είδαν τους εγκληματίες. Εμείς μόνο μαλακίες κάναμε. Ποιος πίνει πιο πολλά τσιγάρα; Μόνο έτσι νομίζαμε ότι θα είμαστε αποδεκτοί. Αράζαμε στη παραλία κι όποιος καθόταν μέχρι το πρωί ήταν ο πιο μάγκας. Αλλοι έκαναν σκέιτ, άλλοι μηχανάκια, 2.000 κλήσεις έχω.
Οδηγείς;
Ναι. Ποτέ δεν είχα δίπλωμα και ποτέ δικό μου μηχανάκι.
Πού πίνατε αλήθεια όλη μέρα;
Σε ταράτσες πηγαίναμε, σε παραλίες, αλλά πιο πολύ μέσα στο πανεπιστήμιο. Λένε ότι πίναμε στο πανεπιστήμιο επειδή έχει άσυλο, για να μην μας πιάνουν οι μπάτσοι. Οι μπάτσοι δεν μας πιάνανε ούτως ή άλλως. Στο πανεπιστήμιο αράζαμε από παιδάκια. Και τότε αλήτες μας έλεγαν, κωλόπαιδα. Αυτό είναι το αγαπημένο μου μέρος, θέλω να πάω και ας μην ξαναπιώ ποτέ μου.
Εγώ έχω μια άλλη ιδέα. Να μπεις στο πανεπιστήμιο από την άλλη πόρτα.
Εγώ θέλω να μπω σε άλλο πανεπιστήμιο, αυτό είναι μούφα. Μόνο η αυλή είναι ωραία. Εγώ θέλω να γίνω θεραπεύτρια και να ανοίξω ένα κέντρο στη Χίο για όσους θέλουν να κόψουν τα ναρκωτικά. Ηθελα να γίνω ηθοποιός, αλλά τώρα έχω αλλάξει γνώμη. Είναι πολλά παιδιά που χρειάζονται βοήθεια.
Τα παιδιά που δεν τα πιάσανε συνετίστηκαν με το δικό σας πάθημα;
Οχι όσο θα έπρεπε. Βέβαια, εντάξει, εμένα μου λένε ότι δεν πίνουν και τέτοια, αλλά εγώ πιστεύω ότι επειδή είναι μικροί - γιατί όλοι που έμειναν έξω είναι κάτω από 15 - ντρέπονται να πουν «εγώ κόβω γιατί φοβήθηκα μην πάω φυλακή». Ισως, όταν μας είδαν να μπαίνουμε όλοι μαζί στη φυλακή, να είπαν «τους τυχερούς, παίρνουν μεταπτυχιακό τώρα στη φυλακή».
Εσύ όμως τι έχεις να τους πεις;
Θα ήθελα να τους πω όλα αυτά που άκουσα στη φυλακή. Να τους κάνω κάπως να ακούσουν κι αυτοί τις καμπάνες που άκουσα κι εγώ. Νομίζω ότι μπορώ να τα καταφέρω, αλλά αυτή η ευκαιρία δεν μπορεί να μου δοθεί.
Γιατί να μη σου δοθεί; Θα πας και θα τους τα πεις.
Πώς; Θα τους δέσουμε σε μια καρέκλα για να με ακούνε; Ολοι στην αρχή με κοροϊδεύανε και μου λέγανε «έγινες φλωράκι του ΚΕΘΕΑ», αλλά δεν μάσησα γιατί ήξερα ότι κάνω το σωστό. Τα ανήλικα μόνο να σωθούν, δεν με νοιάζουν οι άλλοι. Με νοιάζει δηλαδή, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι, πόσα χέρια έχω;
Ο φίλος σου τι λέει;
Του έχω στείλει ένα κατεβατό γράμματα. Είναι στις φυλακές του Βόλου. Στην αρχή μου έλεγε στο τηλέφωνο «τι είναι αυτές οι αηδίες, δεν τα πιστεύω», αλλά κάποια στιγμή μου είπε «να σταματήσουμε τα τσιγάρα πια, μόνο μαζί να είμαστε, μια δουλειά να έχουμε», κάτι τέτοια μου έλεγε.
Το έχεις σταματήσει το σχολείο;
Ναι, στην Α' Λυκείου.
Θα το τελειώσεις τώρα;
Σου είπα, θέλω να γίνω θεραπεύτρια. Πώς θα περάσω Ψυχολογία; Το ξέρω ότι δεν είμαι τέτοιο παιδί, βασικά πάντα το ήξερα ότι δεν είμαι αυτή που το παίζω.
Αλλά παρασύρθηκες;
Εγώ με αυτούς μεγάλωσα. Δεν με παρασύρανε αυτοί, όλοι μαζί παρασυρθήκαμε. Ερχονταν ό,τι να 'ναι άτομα, Αλβανοί, Τούρκοι, Αθηναίοι, μας λέγανε «πάρε αυτό», «πάρε το άλλο», πειθόμασταν κι εμείς, πιάσανε τα «μαριδάκια» έξω οι καρχαρίες. Ουφ σ' τα είπα και ξεθύμανα.
Ελπίζω απόψε να δεις ένα ωραίο όνειρο.
Ολο κακά όνειρα βλέπω. Το χειρότερο είναι η αποφυλάκιση.
Είναι κακό όνειρο η αποφυλάκιση;
Να είσαι στην παραλία, να τρέχεις, να βλέπεις τους φίλους σου και ξαφνικά ανοίγεις τα μάτια και είσαι πίσω από τα κάγκελα και κάτω από την κάμερα.