Η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες αποτελεί διαχρονικά ένα από τα πιο σύνθετα και επίμονα προβλήματα του οικονομικού εγκλήματος. Στην Ελλάδα, όπως και διεθνώς, μία από τις μεθόδους που έχει επανειλημμένα τραβήξει την προσοχή των αρχών είναι η χρήση κερδισμένων δελτίων τυχερών παιχνιδιών ως “μέσο” για να εμφανιστεί παράνομο χρήμα ως νόμιμο.
Το σχήμα είναι απλό: άτομα με παράνομα έσοδα αγοράζουν από τρίτους κερδισμένα δελτία υψηλής αξίας. Έτσι παρουσιάζουν τα χρήματα ως κέρδη από “τύχη” και όχι από εγκληματική δραστηριότητα. Η πρακτική αυτή εντάσσεται στο στάδιο layering του ξεπλύματος, όπου επιδιώκεται η απόκρυψη της πραγματικής πηγής των χρημάτων μέσω πολλαπλών διαμεσολαβήσεων και φαινομενικά νόμιμων συναλλαγών.
Η μέθοδος δεν είναι νέα. Επανήλθε έντονα στη δημόσια συζήτηση με αφορμή την υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου εμπλεκόμενα πρόσωπα είχαν την “τύχη” να κερδίσουν ένα ή και περισσότερα δελτία — και την “ατυχία” να βρεθούν στο επίκεντρο ενός τόσο μεγάλου σκανδάλου. Πρόκειται πραγματικά για σύμπτωση;
Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη πρακτική είναι ευρέως διαδεδομένη εδώ και χρόνια, τα μέτρα που έχουν ληφθεί στη χώρα μας παραμένουν ελάχιστα, ειδικά στον χώρο του φυσικού (και όχι διαδικτυακού) στοιχηματισμού. Σήμερα, η ταυτοποίηση πραγματοποιείται κατά την πληρωμή των κερδών, γεγονός που επιτρέπει την αξιοποίηση των δελτίων ως εργαλείο ξεπλύματος.
Και το ερώτημα είναι απλό:
Γιατί να μην γίνεται η ταυτοποίηση του δελτίου με ΑΦΜ κατά την έκδοση;
Άλλωστε, η υποδεικνυόμενη ταυτότητα είναι – θεωρητικά – ήδη υποχρεωτική.
Το ελληνικό κράτος έχει αναπτύξει ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό εργαλείο: το Κέντρο Διαλειτουργικότητας (ΚΕΔ). Έχει λύσει χρόνια γραφειοκρατικά προβλήματα και έχει επιτρέψει σε δεκάδες υπηρεσίες να συνεργάζονται σε πραγματικό χρόνο. Γιατί, λοιπόν, να μην αξιοποιηθεί και στον χώρο των τυχερών παιχνιδιών για να κλείσει ένα από τα πιο γνωστά “παράθυρα” ξεπλύματος;
Ένα βήμα παραπέρα: η κοινωνική διάσταση του τζόγου
Αν θέλουμε πραγματικά να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά και για το ευρύτερο πλαίσιο: τον τζόγο στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικό χωρών με βαθιά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα είναι η άνθηση των τυχερών παιχνιδιών. Παρά τις δυσκολίες της τελευταίας δεκαετίας, οι Έλληνες κατατάσσονται πρωταθλητές στον τζόγο στην Ευρώπη. Ο τζόγος συχνά προβάλλεται ως “διέξοδος” ή ως η μόνη ελπίδα βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης. Είναι εθιστικός, πλήττει δυσανάλογα τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα και εγκλωβίζει ανθρώπους που ήδη βρίσκονται σε συνθήκες αδιεξόδου.
Η κοινωνία νοσεί — και δυστυχώς σπάνια ανοίγει δημόσια αυτή η συζήτηση.
Ήρθε η ώρα το κράτος να πάψει να είναι απλός παρατηρητής. Απαιτείται:
• Θέσπιση ορίου, ώστε κανείς να μην μπορεί να τζογάρει πάνω από το
ετήσιο δηλωμένο εισόδημά του (αντίστοιχοι μηχανισμοί υπάρχουν ήδη στο
χρηματιστήριο).
• Ενίσχυση δομών πρόληψης και υποστήριξης για τον εθισμό στον
τζόγο.
• Εκπαίδευση και ενημέρωση της νεολαίας, ώστε να κατανοεί τους
κινδύνους και τις συνέπειες.
• Σύγχρονο, τεχνολογικά θωρακισμένο κανονιστικό πλαίσιο που θα
αποτρέπει την κατάχρηση και τον χρηματοοικονομικό κίνδυνο.
Εκτός κι αν δεν υπάρχει πολιτική βούληση να δοθεί λύση — και προτιμάται μια κοινωνία βυθισμένη στη λήθη και τον εθισμό, γιατί μια κοινωνία που νοσεί δεν έχει κρίση, δεν εστιάζει στα πραγματικά προβλήματα και δεν αντιλαμβάνεται το τι συμβαίνει γύρω της.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο.