30.12.2022 12:59

Τα (Ψαριανά) καραβάκια των Ευχών

Η Πρωτοχρονιά στο Ηρωικό Νησί ακόμη και πριν το Ολοκαύτωμα...

Η Πρωτοχρονιά είχε τις δικές της χαρές. Περίμεναν οι νοικοκυρές να σφάξουν τον πετεινό που ήταν το φαγητό της πρωτοχρονιάς. Ήταν 2-3-4 ή 5 κιλά καμιά φορά βαρύς ανάλογα με την οικογένεια και το πόσο καλά τον είχαν θρέψει όλο το χρόνο. Τα παιδιά προετοιμάζονταν για τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς με τους «τουμπάνους» που είχαν φτιάξει πριν από τα Χριστούγεννα. Έβγαιναν πολύ πρωί τα παιδιά γιατί το βράδυ έβγαιναν οι άνδρες με το «καράβι».

Πρωτοχρονιά όπως γιορτάζονταν παλιά

Έλεγαν τα κάλαντα και τα παινέματα για τη νοικοκυρά του σπιτιού και για τον «αφέντη» τον άνδρα της οικογένειας. Οι νοικοκυρές έδιναν στα παιδιά γλυκά, ξηρούς καρπούς και ότι άλλο είχαν για τις μέρες αυτές τις «καλές» μέρες όπως τις έλεγαν, αν περίσσευε και κανένα νόμισμα. Το βράδυ έβγαιναν οι άνδρες με το «καράβι» ένα ομοίωμα καραβιού που φυλασσόταν στο σχολείο και έβγαινε από εκεί μόνο την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Γυρνώντας όλοι οι άνδρες του χωριού από σπίτι σε σπίτι έλεγαν τα κάλαντα και τα παινέματα του σπιτιού. Οι νοικοκυρές περίμεναν από έξω από την πόρτα του σπιτιού με το δίσκο γεμάτο ποτήρια με κρασί για να κεραστούν οι άνδρες, αφού τελείωναν τα κάλαντα τότε έριχναν μέσα σε ένα κουτί χρήματα. Όταν τα Ψαρά ήταν στην ακμή τους συναγωνίζονταν ποιος θα δώσει τα περισσότερα. Τα χρήματα αυτά ήταν τόσο πολλά που κάλυπταν τις ανάγκες της εκπαίδευσης των Ψαριανόπαιδων για ένα χρόνο. Τα χρήματα αυτά πήγαιναν αποκλειστικά στο σχολείο για τις ανάγκες του.

Τὰ Ψαριανά Κάλαντα τοῦ Ἁγίου Βασιλείου

«Ἀρχιμηνιὰ κι ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου κι ἀρχὴ ποὺ περιπάτησε χρυσὸ δενδρὶ ἐβγῆκε. Χρυσὰ ἦταν τὰ κλωνάρια του κι ὁλόχρυση ἡ κορφή του στὴ μέση κάθετ’ ὁ Χριστὸς στὴν ἄκρη ἡ Παναγία καὶ στὰ παραξεκλώναρα ἀγγέλοι κι ἀρχαγγέλοι Κι ὁ Μιχαὴλ ἀρχάγγελος ἐπέρασε καὶ εἶπε:

«-Χαρίσετέ μου τὰ κλειδιὰ τὰ μαργαριταρένια , ν’ ἀνοίξω τὸν παράδεισο νὰ πιῶ νερὸ δροσάτο, νὰ πέσω ν’ ἀποκοιμηθῶ σὲ μία μηλιὰ ἀπὸ κάτω, νὰ πέσουν τ’ ἄνθη ἐπάνω μου, τὰ ρόδα στὴ ποδιά μου καὶ τὰ ροδιὰ γαρύφαλλα τριγύρω στὰ μαλλιά μου».

Σ’ αὐτὸ τὸ σπίτι ποὺ ‘ρθαμε πέτρα νὰ μὴ ραΐσει καὶ ὁ νοικοκύρης τοῦ σπιτιοῦ χρόνια πολλὰ νὰ ζήσει. Ἀφέντη μου, στὸ σπίτι σου, τὰ ράφια εἶναι ξυλένια, τοῦ χρόνου σὰν ξανάρθουμε νὰ ‘ναὶ μαλαματένια.

Παινέματα

-Πολλὰ (εἰ)πᾶμε τ’ ἀφέντη μας ἂς ποῦμε τῆς κυρᾶς μας. Κυρὰ ψηλή, κυρὰ λιγνή, κυρὰ καμαροφρύδα, κυρὰ ὅταν θὰ στολιστῆς καὶ πᾶς στὴν ἐκκλησία, βάζεις τὸν ἥλιο πρόσωπο καὶ τὸ φεγγάρι στῆθος καὶ τοῦ κοράκου τὸ φτερὸ βάζεις γατανοφρύδι.

–Πολλὰ (εἰ)πᾶμε καὶ τῆς κυρᾶς ἂς ποῦμε καὶ τῆς κόρης. Ἔχεις καὶ κόρην ἔμορφη γραμματικός τη θέλει. Ἂν εἶναι καὶ γραμματικὸς πολλὰ προικιὰ γυρεύει. Γυρεύει ἀμπέλια ἀτρύγητα, χωράφια μὲ τὰ στάρια, γυρεύει καὶ τὴ θάλασσα μ’ ὅλα της τὰ καράβια, γυρεύει καὶ τὸν κὺρ βορριὰ νὰ τὰ καλαρμενίζη.

Πολλὰ (εἰ)πᾶμε τῆς κόρης μας ἂς ποῦμε καὶ τοῦ γυιοῦ μας. Ἔχεις καὶ γυιὸ καὶ μονογυιό, τὸ γυιὸ τὸν κανακάρη, ποῦ λούζεται χτενίζεται καὶ στὸ σχολειὸ πηγαίνει, τὸν ἔβγαλε ὁ δάσκαλος νὰ πῆ τὴν ἄλφα-βήτα καὶ ξέσυρε τὸ χέρι του κι’ ἔχυσε τὸ μελάνι καὶ λέρωσε τὰ ροῦχα τοῦ τὰ χρυσοκεντημένα , ὅπου τοῦ τὰ κεντούσανε οἱ τρεῖς βασιλοποῦλες, ἡ μία κεντᾶ τὸν οὐρανὸ κι ἄλλη τὸ φεγγάρι κι’ ἡ τρίτη ἡ μικρότερη κεντᾶ τὸ παλληκάρι.

Δὲν ἔχω ἄλλα νὰ σοῦ πῶ, μόνο νὰ ζῆς καὶ νᾶσαι τὸν ἄνδρα σου νὰ χαίρεσαι καὶ καλομοίρα νᾶσαι.

«Ἀρχιμηνιὰ κι’ ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ καλὸς ὁ χρόνος κι’ ἀρχὴ ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστὸς ἦτον Ἅγιος Βασίλης. - Βασίλη μ ‘ ἀπὸ πούρχεσαι καὶ πόθεν κατεβαίνεις; - Ἀπὸ τῆς μάνας μ’ ἔρχομαι καὶ σχολειὸ πηγαίνω. - Κάτσε νὰ φᾶς, κάτσε νὰ πιῆς, κάτσε νὰ τραγουδήσεις. - Ἐγὼ γράμματα μάθαινα , τραγούδια δὲν ἠξέρω - Καὶ σὰν ἠξέρεις γράμματα πές μας τὴν ἄλφα-βήτα».

Καὶ τὸ ραβδὶ ἦταν ξέρο καὶ βλάστησε κλωνάρια καὶ πάνω στὰ κλωνάρια τοῦ πέρδικες κελαηδοῦσαν, δὲν ἦταν μόνο πέρδικες , ἦταν καὶ τρυγονάκια καὶ κατεβαῖναν τὰ πουλιὰ καὶ πίναν κι’ ἀνεβαῖναν καὶ ραίναν τὸν ἀφέντη τοὺς τὸν πολυχρονεμένον.

Ἐσένα πρέπει ἀφέντη μας καράβι ν’ ἁρματώσης

Στὴν Ἐγγλιτέρα (Ἀγγλία) νὰ τὸ πᾶς φρουρὶ νὰ τὸ φορτώσης.

Ἀκολουθοῦν καὶ ἄλλα παινέματα καὶ τέλος πρόσθετουν:

Ἐμεῖς δὲν ἤλθαμε ἐδῶ νὰ φᾶμε καὶ νὰ πιοῦμε, μόνο σας ἀγαπούσαμε κι’ ἤρθαμε νὰ σᾶς δοῦμε γιὰ δῶστε μας τὸν πετεινό, γιὰ δῶστε μας τὴ κόττα, γιὰ δῶστε μας ἕνα ρακὶ νὰ πᾶμε σ’ ἄλλη πόρτα».

Παλαιότερον ἐψάλλοντο καὶ οἱ κατώτερω στίχοι: «Πάλιν ἀκούσατ’ ἄρχοντες νὰ σᾶς τὰ ποῦμε ὅτι καὶ αὔριον ἐστὶν ἀνάγκη νὰ χαροῦμε καὶ νὰ πανηγυρίσωμεν περιτόμην Κυρίου καὶ ἑορτὴν τοῦ μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου.

Κάνω λοιπὸν καλὴν ἀρχὴν ἐπαίνους νὰ συνθέσω Τὸν Ἅγιον Βασίλειογιὰ νὰ ἐπαινέσω»

Ο Γιαλούρης για τα ψαριανά κάλαντα

«…Τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα είναι τα πιο πλούσια σε εικόνες και τα πιο τρυφερά σε παινέματα», αναφέρει ο μισο-Ψαριανός Νίκος Γιαλούρης, στο βιβλίο του «Χίος - Έθιμα και κάλαντα… στην «κούνια της φωτιάς»». Πολλά έχουν σωθεί ως τις μέρες μας και τραγουδιόνται όταν σμίγουν οι Ψαριανοί για τις χρονιάρες μέρες. Παλιά, κάθε κομπανία τριγύριζε από σπίτι σε σπίτι με το «παποράκι» που το λέγανε Ψαρά, Χίος, Αβέρωφ, Ιέραξ κι άλλα τέτοια ονόματα και τραγουδούσε όλη τη νύχτα της παραμονής. Αν ο καιρός ήτανε καλός τριγύριζαν ως το πρωί και στο στερνό σπίτι που σταματούσαν, ήταν το τυχερό για όλη την καινούργια χρονιά. Εδώ ―λέει― ξεπέζευε ο Άγιος Βασίλης κι άφηνε την τύχη, την υγεία και την καλή καρδιά. Είναι τα ψαριανά κάλαντα γεμάτα νοσταλγικές θαλασσινές εικόνες, διακριτικό παράπονο για την απουσία των αγαπημένων. (Γιαλούρης ΄88).

Πηγή: Από την ερευνητική εργασία στα ήθη και έθιμα των Ψαρών των μαθητριών του 2013-2014 του Γυμνασίου -Λυκειακών Τάξεων Ψαρών: Γεωργία Βρατσάνου, Ευαγγελία Βρατσάνου, Γιαννούλη Αγγελική, Μπεναρδή Άννα, Χρυσοβαλάντου Παπαμιχάλη, Καλλιόπη Γιαννέλη, Μαρία Γιαννέλη, Κατερίνα Κρυεζίου, Άννα Βουραντά.

Ειδήσεις σήμερα

Μπείτε στην ομάδα μας στο Viber και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Ακολουθήστε μας στο Google News. Σχολιάστε στην σελίδα μας στο Facebook.

Ο Πολίτης είσαι εσύ. Γίνε συνδρομητής της εβδομαδιαίας έντυπης έκδοσης.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ