1. ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ - ΠΡΟΛΗΨΗ- ΟΡΙΣΜΟΙ
Βία: έκφραση λεκτικής η φυσικής δύναμης εναντίον του εαυτού ή άλλου με την πρόθεση να βλάψει εαυτόν ή άλλον η να καταστρέψει κάτι.[1]
Νεανική βία η βία που προέρχεται από νέους [ανήλικους]. Πράξεις δηλαδή στις οποίες προβαίνουν οι ανήλικοι και με τις οποίες παραβαίνουν τον Νόμο. Υπάρχουν όμως και πράξεις που δεν παραβιάζουν ποινικό αλλά κοινωνικούς νόμους. Διακρίνεται στην εμφανή και αφανή.
Πρόληψη: ενέργειες, δραστηριότητες, μέτρα που στοχεύουν στο να αποτρέψουν, να εμποδίσουν την εμφάνιση διαφόρων αρνητικών, βλαπτικών φαινομένων ή καταστάσεων. Η πρόληψη των ατυχημάτων/εγκληματικότητας/νόσου/επιδημίας. Καλύτερα η πρόληψη παρά η θεραπεία.[2]
Η πρόληψη του εγκλήματος περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που συμβάλλουν στην παύση ή στη μείωση της εγκληματικότητας ως κοινωνικού φαινομένου, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, είτε με μέτρα διαρκούς και διαρθρωμένης συνεργασίας, είτε μέσω συγκεκριμένων πρωτοβουλιών. Οι εν λόγω δραστηριότητες αφορούν όλους τους φορείς που μπορούν να συντελέσουν προληπτικά: εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, υπηρεσίες επιβολής του νόμου και δικαστικό σύστημα, κοινωνικές υπηρεσίες, εκπαιδευτικό σύστημα, συλλογικούς φορείς με την ευρεία έννοια, βιομηχανία, τράπεζες και ιδιωτικό τομέα, επιστήμονες και ερευνητές, καθώς και το κοινό εν γένει, ακολουθούμενο από τα μέσα ενημέρωσης.[3]
Η πρόληψη, σύμφωνα με τους ειδικούς[4], διακρίνεται σε πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή. Στο επίπεδο της πρωτογενούς πρόληψης περιλαμβάνονται τα μέτρα κοινωνικής πρόληψης που έχουν ως στόχο τη βελτίωση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών διαβίωσης και ποιότητας ζωής ολόκληρου του πληθυσμού, (καλύτερες συνθήκες κατοικίας, υγειονομικής περίθαλψης, πρόνοιας, ασφάλειας), την ενίσχυση του ρόλου της οικογένειας ως φορέα κοινωνικοποίησης, την παροχή ευκαιριών μόρφωσης και εξεύρεσης εργασίας, ιδίως σε κοινωνικά μειονεκτούντες πληθυσμούς.
Η δευτερογενής πρόληψη στοχεύει στον έγκαιρο εντοπισμό, την έγκαιρη παρέμβαση και αντιμετώπιση του πληθυσμού νέων ατόμων που χαρακτηρίζονται ως ευάλωτα για την ανάπτυξη συμπεριφορών «υψηλού κινδύνου», δηλαδή άτομα που έχουν περισσότερες πιθανότητες είτε να περάσουν στο έγκλημα, είτε στη θυματοποίηση, με την λήψη των κατάλληλων μέτρων για να εμποδιστεί η εξέλιξη τους.
Η τριτογενής πρόληψη επιδιώκει κυρίως τη διακοπή της παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς με τη χρήση κατασταλτικών μέτρων. Περιλαμβάνει όλες τις μορφές κοινωνικής αντίδρασης στο έγκλημα, την πρόληψη της υποτροπής των ήδη παραβατών και την κοινωνική τους επανένταξη. Συνήθως είναι αναποτελεσματική και μπορεί να οδηγήσει στην υποτροπή.
ΜΕΓΕΘΟΣ ΝΕΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Υπάρχει μία σύγχυση με την έκταση της νεανικής παραβατικότητας. Από τη μία, στατιστικά δεν αποδεικνύεται η αίσθηση των πολιτών, η οποία κυρίως δημιουργείται από τα Μ.Μ.Ε, για μεγάλη αύξηση της νεανικής παραβατικότητας και από την άλλη τα επίσημα στοιχεία πολλές φορές δεν απεικονίζουν την πραγματική κατάσταση καθώς πολλά εγκλήματα που διαπράττονται δεν καταγγέλλονται επίσημα. Παραβατικές συμπεριφορές μαθητών εντός σχολείου, για παράδειγμα δεν καταγγέλλονται, αφενός για μην στιγματισθεί ο μαθητής και αφετέρου να μην σχολιασθεί το Σχολείο. Το ίδιο και σε θέματα ενδοοικογενειακής βίας. Η αίσθηση πάντως είναι ότι αυξάνεται. Βέβαια πολλές φορές τα Μ.Μ.Ε παραποιούν την πραγματικότητα αλλά τουλάχιστον σε ποιοτικό επίπεδο η νεανική παραβατικότητα παρουσιάζει αυξητικά και ανησυχητικά επίπεδα. Για το λόγο αυτό έξαλλου απασχολεί όλο και πιο πολλούς εθνικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς. Η Ε.Ε προωθεί προγράμματα πρόληψης όπως το «Νέα Γενιά σε Δράση» και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενταχθούν σε αυτά.[5] Αυτό που αναγνωρίζεται διεθνώς είναι ότι η βία αντιμετωπίζεται δεν είναι δηλαδή θέμα γονιδίων αλλά συμπεριφορών και έτσι μπορεί να είναι αναστρέψιμη. Πώς όμως θα επιτευχθεί αυτό;
Τα αδικήματα που διαπράττονται από ανηλίκους είναι κυρίως παραβάσεις Κ.Ο.Κ, κλοπές, χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών, σωματικές βλάβες, συμπλοκές, ηλεκτρονικά εγκλήματα
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΟΛΗΨΗΣ -ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Το βασικό όπλο μιας κοινωνίας απέναντι στο φαινόμενο αυτό είναι τα προγράμματα πρόληψης. Τα μέτρα καταστολής εξαιτίας του γεγονότος ότι πρόκειται για νέους που δεν έχουν ολοκληρωθεί ως προσωπικότητες πολλές φορρές φέρνουν αντίθετα αποτελέσματα. Ποια πρόληψη όμως πιο σύστημα είναι το κατάλληλο;. Αρκεί η παρουσία του αστυνόμου της γειτονιάς για να εξαλειφθεί η διακίνηση ναρκωτικών; Μπορεί μια ξερή διάλεξη από έναν ειδικό να είναι αποτελεσματική; Μία συμπλήρωση ερωτηματολογίου που πολλές φορές δεν αντικατοπτρίζει την αλήθεια να σκιαγραφήσει την πραγματική κατάσταση; Μπορούν άλλα προγράμματα βασισμένα αποκλειστικά σε θεωρητικές προσεγγίσεις του εξωτερικού να πετύχουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα;
Η απάντηση και βέβαια είναι αρνητική. Στον τομέα αυτό χρειάζονται ολοκληρωμένα προγράμματα που θα πληρούν βασικούς κανόνες όπως:
Ένα πρόγραμμα πρέπει να είναι κοινωνικά έγκυρο να μπορεί να χρησιμοποιηθεί εύκολα από τον καθένα. Να χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα με το περιβάλλον που υλοποιείται. Να έχει την αποδοχή των συμμετεχόντων. Είναι δύσκολο να πετύχει ένα πρόγραμμα αν αυτοί που θα κληθούν να το υλοποιήσουν δεν πιστεύουν σε αυτό. [6]Τέλος μία άλλη παράμετρος είναι το πώς προωθείται όλο το πρόγραμμα. Εκείνο όμως που βγαίνει ως συμπέρασμα είναι ότι ένα πρόγραμμα πρόληψης είναι μία απαιτητική και δύσκολη δουλειά. Το αν είναι αποτελεσματικό, αν ταιριάζει στην συγκεκριμένη περίπτωση, αν μπορεί να φέρει θετικά αποτελέσματα στη σχέση ωφέλεια κόστος είναι βασικοί παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Στην Ελλάδα εφαρμόσθηκαν τα τελευταία χρόνια τέτοιου είδους προγράμματα με την αιγίδα της Ε.Ε, όπως το safeland από το Δήμο Συκεών με το κέντρο πρόληψης «Πυξίδα», το πρόγραμμα «διαμεσολάβηση συνομήλικων» από το Γυμνάσιο Ασπροπύργου και το πρόγραμμα «Bullying» από την Ε.Ψ.Υ.Π.Ε.
Χωρίς να υπάρχει κάτι κατοχυρωμένο και επίσημο είναι σίγουρο ότι σε όλη τη Χώρα επιχειρήθηκαν προσπάθειες πρόληψης.
2. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΝΕΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
Η Ελληνική Αστυνομία, από την ίδρυσή της με το νόμο 1481/1984, είναι αρμόδια να εξασφαλίζει στον ελληνικό λαό, μέσα στα πλαίσια του συντάγματος και των νόμων, τα αγαθά της έννομης τάξης και ασφάλειας. Αρμοδιότητα της σύμφωνα με τον Ν.2800/2000 είναι: α) Η εξασφάλιση της δημόσιας ειρήνης και ευταξίας και της απρόσκοπτης κοινωνικής διαβίωσης των πολιτών, που περιλαμβάνει την άσκηση της αστυνομίας γενικής αστυνόμευσης και τροχαίας. β) Η πρόληψη και καταστολή του εγκλήματος και η προστασία του Κράτους και του Δημοκρατικού πολιτεύματος στα πλαίσια της συνταγματικής τάξης, που περιλαμβάνει την άσκηση της Αστυνομίας δημόσιας και κρατικής ασφάλειας.
Η δράση της Ελληνικής Αστυνομίας στο μεγαλύτερο μέρος της είναι προληπτική. {περιπολίες, μέτρα τάξης και ασφάλειας, έλεγχοι, επιτηρήσεις, δράσεις, προγράμματα}.[7] Η απλή παρουσία των αστυνομικών λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό προληπτικά. Τα προβλήματα με αυτής τη μορφή προληπτικής παρέμβασης είναι: 1. Δεν έχουν μελετηθεί επιστημονικά τα αποτελέσματα τους. 2. λόγω διαφόρων αιτιών [ανάμιξη της Ελληνικής Αστυνομίας παλαιότερα σε πολιτικές σκοπιμότητες- ανεπιτυχείς προσπάθειες] αμφισβητείται έντονα η προληπτική δράση καθώς η Ελληνική Αστυνομία δεν έχει σε πολλές περιπτώσεις κοινωνική αποδοχή και δεν έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών 3. Έχουν αλλάξει δραματικά τα δεδομένα στο τοπία της εγκληματικότητας και της ασφάλειας, ώστε είναι απαραίτητο, στην χάραξη μίας αντεγκληματικής πολιτικής, να γίνουν κοινωνοί και άλλοι φορείς [δημόσιοι ή ιδιωτικοί] αλλά και οι πολίτες.
Σύμφωνα με την νέα αντεγκληματική πολιτική[8] Ο σύγχρονος ρόλος της Αστυνομίας στην άσκηση μιας εθνικής αντεγκληματικής πολιτικής είναι αναμφίβολα σημαντικός. Οι σύγχρονες προκλήσεις τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας οδηγούν στην κοινωνική απαίτηση και προσδοκία για αποτελεσματικότερη αστυνόμευση, τόσο στους τομείς της πρόληψης όσο και στους τομείς της εξιχνίασης των διαπραττόμενων εγκλημάτων. Για να υλοποιηθεί και να πετύχει μία τέτοια προσπάθεια είναι σημαντικό να καθιερωθεί στη συνείδηση του Έλληνα πολίτη η πεποίθηση ότι η Ελληνική Αστυνομία είναι αξιόπιστος συνομιλητής με καθαρές προθέσεις και ξεκάθαρους ρόλους.
Σε τοπικό επίπεδο πέρα από το «καθαρό» έγκλημα, σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή παίζουν οι: συνθήκες στις γειτονιές, η αταξία, οι απρόκλητες φθορές σε δημόσια και ιδιωτικά μέρη, η αντιμετώπιση προβληματικών καταστάσεων όπως αλκοολικοί, ψυχασθενείς, κακοποίηση παιδιών και μία σειρά από άλλες συμπεριφορές που μπορεί να μην είναι καταγεγραμμένες ως ποινικά αδικήματα αλλά μπορούν να εξελιχθούν. Τέτοιες καταστάσεις δεν μπορεί να τις αντιμετωπίσει μόνη της η Ελληνική Αστυνομία και χρειάζονται συλλογικές δράσεις οι οποίες όμως για να υλοποιηθούν είναι σε πολλές φορές ακατόρθωτο καθώς στην Χώρα μας σήμερα δεν υπάρχει κουλτούρα ασφάλειας συμμετοχή στην χάραξη αντεγκληματικής πολιτικής και ομαδική εργασία.
Στη Χίο όπου, εξαιτίας της ναυτιλίας, κυριαρχεί η μητριαρχική οικογένεια, η απουσία του πατέρα δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη συμπεριφορά των νέων. Αυτό, σε συνδυασμό με την μεγάλη οικονομική δυνατότητα που υπάρχει στο νησί, καθώς το βιοτικό επίπεδο είναι από τα υψηλότερα στη Χώρα, την γενικότερη απαξίωση πολλών θεσμών και κοινωνικών αξιών δημιουργεί προϋποθέσεις παραβατικής συμπεριφοράς από πλευράς των νέων. Η καταγεγραμμένη εγκληματικότητα κυμαίνεται σε χαμηλά επίπεδα. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, δεν παύουν να υπάρχουν σημαντικά προβλήματα τα οποία επιδεινώθηκαν τα τελευταία χρόνια με τη δράση οργανωμένων ομάδων νεαρών οι οποίες με ορμητήριο τα σχολεία της Χίου, διέπρατταν σωματικές βλάβες, ξυλοδαρμούς, χρήση και διακίνηση ναρκωτικών, φθορές σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους, συμπλοκές μεταξύ οπαδών, και φυσικά τροχαίες παραβάσεις. Πολλές από αυτές τις συμπεριφορές δεν καταγράφηκαν καθώς δεν καταγγέλθηκαν επίσημα, είτε από φόβο είτε από το ότι δεν έλαβε γνώση η Ελληνική Αστυνομία. Καταγράφηκε επίσης μείωση του χρόνου έναρξης χρήσης ουσιών
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΧΙΟ
Το Τ.Δ.Ν Χίου εναρμονιζόμενο με την βασική στρατηγική του Α.Ε.Α αποφάσισε να σχεδιάσει και να υλοποιήσει δράσεις με τη συμμετοχή και άλλων φορέων σχετικά με τα κυρίαρχα θέματα στη Χίο που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Μία δράση αφορά τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και η άλλη τον σχολικό εκφοβισμό. Η δράση σχετικά με τις εξαρτησιογόνες ουσίες υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χίου και τους δασκάλους των σχολείων 2ο, 3ο και Καρδαμύλων ενώ η δεύτερη πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Παιδιού και εφήβου [ιδιωτικός φορέας] και τη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και αφορούσε 6 Δημοτικά Σχολεία.
Σκοπός του προγράμματος η ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα και τους συλλόγους γονέων με την Ελληνική αστυνομία. 2. Η έγκαιρη ενημέρωση των γονέων και μαθητών για τις εξαρτησιογόνες ουσίες και η ανάπτυξη από πλευράς τους συμπεριφορών και δεξιοτήτων ώστε να αντιμετωπίσουν το συγκεκριμένο πρόβλημα.
Ομάδα στόχος οι μαθητές της Ε και Στ Τάξης των Δημοτικών Σχολείων. Με αποδεδειγμένη έναρξη χρήσης στα 13 έτη οι λόγοι επιλογής του συγκεκριμένου στόχου είναι ευνόητοι
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Τα συμπεράσματα που ακολουθούν είναι εμπειρικά καθώς οι δράσεις για διαφορετικούς λόγους δεν κατέστη δυνατόν να αξιολογηθούν επίσημα
1. Η αντιμετώπιση των εμπλεκομένων στις δύο αυτές δράσεις, καταδεικνύει ότι η τοπική κοινωνία επιθυμεί την εμπλοκή της Ελληνικής Αστυνομίας στην πρόληψη. Τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας με την τεράστια εμπειρία που διαθέτουν μπορούν να συμπληρώσουν άλλους κοινωνικούς εταίρους οι οποίοι έχουν θεωρητική κυρίως κατάρτιση πάνω σε τέτοια ζητήματα.
2. Βασικός μοχλός στην Ανάπτυξη τέτοιων πρωτοβουλιών είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση. Για αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει βούληση από πλευράς των τοπικών ηγετών να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τέτοια είδους κοινωνικά ζητήματα. Τα Το.Σ.Π.Π μπορούν να παίξουν ένα ρόλο συντονισμού των φορέων πρόληψης αρκεί να ενταχθούν στο οργανόγραμμα των Δήμων και να τους δοθεί η υπόσταση και αξία που έχουν καθώς μέχρι σήμερα δεν έχουν αξιολογηθεί και εκτιμηθεί σωστά από πλευράς των τοπικών αρχών.
3. Μετά τις δράσεις αναπτύχθηκε ένα άτυπο δίκτυο ανθρώπων από πολλές Υπηρεσίες και φορείς {αστυνομικοί, δάσκαλοι, ιατροί, αιρετοί τοπικής Αυτοδιοίκησης] που κατάφεραν να επιλύσουν χάρις στην εμπιστοσύνη και την ασφάλεια που αυτή δημιούργησε αρκετά προβλήματα. Εκείνο που χρειάζεται βέβαια όλη αυτή η προσπάθεια να θεσμοθετηθεί επίσημα.
4. Οι προσπάθειες αυτές που σίγουρα λαμβάνουν χώρα σε πάρα πολλές Αστυνομικές Διευθύνσεις πρέπει να ενταχθούν σε ένα κεντρικό πλαίσιο με την σκέπη του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας ώστε όλοι οι Αστυνομικοί που θα ασχοληθούν να εκφράζουν επίσημα τη στρατηγική της Ελληνικής Αστυνομίας. Επίσης το Αρχηγείο μπορεί αναλάβει ηγετική θέση προτείνοντας σε όλα τα αρμόδια Υπουργεία και Α.Ε.Ι τη σύσταση κεντρικού φορέα πρόληψης.
5. Επειδή, σε προσπάθειες πρόληψης, χρειάζεται επιμονή και συνέχεια ώστε να αποδώσουν σε βάθος χρόνου και επειδή στην περίπτωση της Χίου παρά την εξάρθρωση της συγκεκριμένης εγκληματικής οεγάνωσης δεν εξαλείφθηκαν οι πραγματικές αιτίες της δημιουργίας τέτοιων φαινομένων στο μέλλον, προτείνω την εκπόνηση ολοκληρωμένου, ειδικού προγράμματος για την αντιμετώπιση της νεανικής παραβατικότητας στη Χίο με πρωτοβουλία της Αστυνομικής Διεύθυνσης Χίου σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου όπου αναλαμβάνονται παρόμοιες δράσεις και το Δήμο Χίου υπό την σκέπη της κατάλληλης δομής της Ε.Ε. Το πρόγραμμα στο οποίο θα κληθούν επίσημα να ενταχθούν και να προσφέρουν ΟΛΟΙ οι φορείς, θα έχει στόχο την καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης και τη χάραξη συγκεκριμένης πολιτικής απέναντι στο φαινόμενο της νεανικής παραβατικότητας. Θα περιλαμβάνει και τα στάδια πρόληψης, θα έχει συγκεκριμένους στόχους, θα ενταχθεί σε πρόγραμμα χρηματοδότησης της Ε.Ε και θα προβλέπει στάδιο αξιολόγησης.
Αν νοιαζόμαστε στο ελάχιστο για την Πατρίδα είναι χρέος μας να ασχοληθούμε με την νεολαία της προσφέροντας την καλύτερη Υπηρεσία αλλά και δημιουργώντας νέα αξιακά πρότυπα κυρίως σήμερα που η κρίση προσπαθεί να μας διαλύσει ως άτομα, κοινωνία, Χώρα.
Ακολουθήστε μας στο Google News. Μπείτε στην Viber ομάδα μας και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Νέα συνδρομή στον έντυπο «π» - Κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας.