22.10.2018 18:58

Παναγιώτης Τσάκος: Να νοικοκυρέψουμε την Ελλάδα

Πηγή φώτο: Πολίτης | Κείμενο: ΕΝΤΥΠΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

«Το βλέπεις τούτο το αμούστακο παλικαράκι με τα κοντά λευκά παντελονάκια στη φωτογραφία; Εγώ είμαι! Δεκάξι χρονώ, στο κατάστρωμα. Μπάρκαρα ως υπεράριθμος άμισθος ναυτόπαις. Χάρηκα τα νιάτα μου στη θάλασσα γιατί την αγαπούσα. Και εκείνη με αντέμειψε για την αφοσίωση που της έδειξα».

Ηταν τα πρώτα λόγια που μου είπε ο καπετάν Παναγιώτης Τσάκος, όταν τον γνώρισα μέσα στο πλωτό μουσείο Λίμπερτι στον Πειραιά. Αντί συστάσεων με πήρε από το μπράτσο και με πήγε να δω από πού ξεκίνησε. «Μια μέρα, αν έχεις χρόνο, θα σου διηγηθώ όλη μου την ιστορία», μου είχε τάξει τότε. Μόλις το ’πε, κοντοστάθηκε: «Οχι για να βλογήσω τα γένια μου. Μα για να πω στους νέους της χώρας μας ότι δεν πρέπει να γυρίσουν την πλάτη στα επαγγέλματα που κράτησαν τη χώρα όρθια στις πιο δύσκολες στιγμές της. Η ναυτιλία δεν πρέπει να αφελληνιστεί».

Και να που πέρασε ο χρόνος και βρέθηκε και η σωστή περίσταση για να μου μιλήσει για ολόκληρη την πορεία του. Στις 14 Σεπτεμβρίου, ανήμερα τον εορτασμό του Σταυρού, με προσκάλεσε στη Χίο για τα εγκαίνια ενός ιδιωτικού ναυτικού λυκείου που θα φέρει το όνομά του. Το σχολείο ετοιμάστηκε μόλις μέσα σε έναν χρόνο και έρχεται να συμπληρώσει τη δημόσια εκπαίδευση στον τομέα, με στόχο να προσελκύσει λαμπρούς και φιλόδοξους νέους που θέλουν να στραφούν επαγγελματικά στο υδάτινο στοιχείο. Ηταν ένα στοίχημα που έβαλε ο καπετάνιος με τον εαυτό του και τους στενούς συνεργάτες του. Το πέτυχε, παρά τις δυσκολίες που μπορεί να έχει ένα τέτοιο εγχείρημα στη χώρα μας.

Ξημερώματα στο λιμάνι

«Λοιπόν, άκου», μου είπε μόλις φτάσαμε στο νησί με το αεροπλάνο. «Αύριο το ξημέρωμα, θα πάμε στην πατρίδα μου, στα Καρδάμυλα, για τη δοξολογία στον Ιερό Ναό του Σταυρού, μέρα που είναι. Μετά θα κάνουμε τον αγιασμό στο “Σπίτι της Μαρίας”, το οικοτροφείο που έγινε εις μνήμην της κόρης μου. Αργότερα θα επιστρέψουμε στη Χώρα, για τα εγκαίνια του νέου λυκείου. Θα σε περιμένω 6.30 το χάραμα στο παλιό ξύλινο σκαρί μου τη “Μάνια” κάτω στο λιμάνι. Δεν θα ’ναι γεύμα με την “Καθημερινή”, αλλά πρόγευμα. Σε πειράζει;». Χαμογέλασα και την επόμενη ημέρα ήμουν συνεπής στο ραντεβού, προτού χαράξει ο ήλιος.

Το σουλούπι της «Μάνιας» διαγραφόταν στον ντόκο και ο καπετάνιος, φρεσκοξυρισμένος με το γνωστό ναυτικό του κασκέτο, έπινε μικρές γουλιές ελληνικού καφέ στην πρύμνη. Μέσα σε λίγα λεπτά ήρθε μπροστά μου άλλος ένας αχνιστός καφές. Και ένα πιατάκι με χιώτικες λιχουδιές και κουλουράκια. Το ξύλο του σκαριού έτριζε γλυκά την ώρα που λύνονταν οι κάβοι για να βγούμε στο πέλαγος. Πρόγευμα με την «Κ» εν πλω, σκέφθηκα. Η αυγή ρόδιζε.


«Δύο δασκάλους είχα στη ζωή, τη θάλασσα και τη φτώχεια. Για τα σημερινά παιδιά που τα θέλουν όλα έτοιμα, φταίμε και εμείς», λέει ο Παναγιώτης Τσάκος.

Οι πρώτες κουβέντες του καπετάνιου ήταν για το νέο του καμάρι, που πήρε σάρκα και οστά σε ένα κτίριο, πλάι στο αεροδρόμιο της Χίου. Είναι εξοπλισμένο με την τελευταία λέξη της τεχνολογίας. «Στην Ελλάδα είναι δύσκολο να ξεκινήσεις κάτι καινούργιο. Οτιδήποτε. Πόσο μάλλον όταν αφορά την ιδιωτική εκπαίδευση. Και ενώ ο νόμος που μας έδιδε τη δυνατότητα της ίδρυσης του ναυτικού λυκείου υπήρχε εδώ και δεκαετίες, δεν είχε ενεργοποιηθεί στην πράξη. Είμαι 82 χρόνων και έζησα όλη μου τη ζωή ακούγοντας ελληνικά στα πλοία. Σε όποιο μέρος του κόσμου και αν ταξίδεψα, σε όποιο λιμάνι και αν πήγα, πάνω σε ελληνικό πλοίο έπεσα. Ποτέ δεν αισθάνθηκα μοναξιά. Είναι κρίμα να αυξάνεται σήμερα ο ελληνόκτητος στόλος και να μειώνεται ο αριθμός των νέων που αποφασίζουν να ζήσουν από τη θάλασσα. Ειδικά όταν η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει τόσο πολύ αυτά τα παιδιά, που κάθονται κλεισμένα στο σπίτι τους και δεν ξέρουν πώς θα βγουν από το αδιέξοδο, ενώ μπορούν να τους προσφερθούν ευκαιρίες. Ετσι, λοιπόν, αποφάσισα ότι κάτι πρέπει να γίνει για να ξαναμπεί το νερό στο αυλάκι και να μη σπάσει ο κρίκος που συνδέει την πατρίδα μας με τη ναυτιλία. Δεν μπορούμε να τον αφήσουμε να κοπεί, ούτε να γυρίσουμε την πλάτη στην παράδοσή μας».

Και τι θα διδάσκει το σχολείο αυτό; «Οι μαθητές θα έχουν διδακτέα ύλη όμοια με αυτήν ενός κανονικού λυκείου, αλλά θα έχουν και κάποια μαθήματα που θα αφορούν την προετοιμασία τους για μια καριέρα στα πλοία, για τις ναυτικές ακαδημίες, για δουλειές σε ναυτιλιακές εταιρείες. Φέτος υποδεχθήκαμε την παρθενική φουρνιά για την Α΄ Λυκείου και μέσα σε δύο χρόνια συνολικά 90 μαθητές Α΄, Β΄ και Γ΄ Λυκείου θα πηγαίνουν στο ναυτικό μας λύκειο», λέει ο καπετάνιος, ο οποίος κάθε τόσο κοιτάζει τη στεριά. Φωνάζει έναν νεαρό από το πλήρωμα: «Πες να έχουν έτοιμα τα σημαιάκια, να τα κρεμάσουμε στα ξάρτια προτού μπούμε στα Καρδάμυλα. Και να ανοίξουμε και τα πανιά μας».

Επιστροφή στα πάτρια

Δεν μπορούσα να αντισταθώ στην ερώτηση: Πώς αισθάνεται που γυρίζει στον τόπο όπου γεννήθηκε: «Σαν το πουλί που πάει στη φωλιά του, το γαϊδουράκι που πάει στο κατώι του, σαν τον σκύλο που γυρίζει το βράδυ στο σπίτι του», λέει χωρίς να το σκεφθεί. «Οσο είσαι νέος θες να γυρίζεις, να ταξιδεύεις, να περιπλανιέσαι. Μα όσο μεγαλώνεις, τόσο θες να υπάρχει ο τόπος σου και να σε περιμένει. Αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που οφείλουμε να φτιάξουμε τη χώρα μας. Ολοι αυτοί που έφυγαν έξω, που αναζήτησαν καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, μια μέρα θα θελήσουν να γυρίσουν εδώ. Και εμείς θα πρέπει να την έχουμε νοικοκυρέψει την Ελλάδα. Να μην την βρουν όπως την άφησαν. Πιστεύω ότι αυτό είναι το χρέος μας!».

Εμείς οι Καρδαμυλίτες είμεθα Δωριείς, αυστηροί, ολιγαρκείς

«Αυτός ο σκούρος όγκος εκεί στο βάθος είναι η Αιγνούσσα. Τα Καρδάμυλα και η Αιγνούσσα έβγαλαν όλους τους Ελληνες καραβοκύρηδες», μου λέει με υπερηφάνεια ο Καπετάνιος. Μαντεύει την ερώτησή μου και συμπληρώνει: «Μία είναι η εξήγηση: Αμιλλα. Υπήρχε συνεργατικό πνεύμα, λιγότερος ατομισμός, περισσότερος ρεαλισμός.

Και τόλμη, διότι δίχως αυτήν δεν γίνεται τίποτα. Εμείς οι Καρδαμυλίτες είμεθα Δωριείς. Μετρημένοι, αυστηροί, ολιγαρκείς. Αρχοντες του μέτρου μάς αποκάλεσε ο παλιός καλός μας φίλος Ηλίας Καλαποθαράκος πριν από χρόνια. Υστερα είναι και ο τόπος. Θα τον δεις σε λίγο. Ολο βορινά κατσάβραχα! Πού να καλλιεργήσεις. Ούτε μια κουταλιά χώμα. Αν είχαμε λιόδεντρα και μαστιχόδεντρα μπορεί να μην μπαρκάραμε. Ομως δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Και ο πατέρας μου και ο θειος μου στη θάλασσα επήγανε».

Πώς και δεν τη φοβήθηκε τη θάλασσα και μπάρκαρε και ο ίδιος τόσο μικρός; «Στα Καρδάμυλα, μια ήταν η ευχή που επαίρνανε τα αγόρια από κούνια: Να μεγαλώσεις και να γίνεις καλός καπετάνιος. Ηταν η παράδοση του τόπου. Ολο το σόι μου ήταν ναυτικοί και μάλιστα είχα πρόγονο τον μεγαλοεφοπλιστή Ιωάννη Τσάκο που είχε μούτσο τον Γιώργο Μιχαήλ Λιβανό, που τον έκανε γαμπρό του και η μεγαλοπρεπής του συνέχεια είναι γνωστή παγκοσμίως. Πρόκειται για τον αείμνηστο Γ. Μ. Λιβανό, πατριάρχη της οικογένειας, τον μεγαλύτερο των ευεργετών, με το Λιβάνειο Γυμνάσιο που εδώρησε στο χωριό μου. Από το 1925 εδημιούργησε φυτώριο εκατοντάδων καταξιωμένων πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού και δεκάδων επωνύμων και επιφανών πλοιοκτητών, μεταξύ των οποίων και το άμισθο δοκιμάκι που σου μιλάει. Ολίγοι άνθρωποι είχαν την ευλογία να ωφελήσουν τόσο πολύ, τόσο πολλούς με τη σοφία τους και μία μόνο τους πράξη».

Οι καπετάνισσες

«Υπήρχε και κάτι ακόμα», λέει ο καπετάνιος: «Οι άνθρωποι που ζούσαν στην πατρίδα μου ήξεραν από κακουχίες, μάθαιναν τη διαχείριση της ζωής. Η μάνα μου, γεννημένη το 1901, έζησε 100 χρόνια, είδε την απελευθέρωση από τους Τούρκους, τα μεγαλεία μας μέχρι το 1919, τη Μικρασιατική Καταστροφή, τον Πόλεμο, τους ανθρώπους να προκόβουν, να χάνονται. Οι καπετάνισσες ήξεραν να κάνουν συρμαγιά, να κάνουν οικονομία, να μεγαλώνουν παιδιά. Και αν πήγαινε κάτι στραβά στις δουλειές και τα μπάρκα, εκείνες ξελάσπωναν τον σύζυγο με ό,τι είχαν βάλει στην άκρη. Είχαν σοφία και αξιοσύνη». Σε λίγο άρχισαν να φαίνονται στον ορίζοντα τα Καρδάμυλα. Ο Καπετάν Τσάκος πετάχθηκε σαν ελατήριο και πήγε μπροστά στην πλώρη. Εκείνη τη στιγμή στην μπούκα του μικρού λιμανιού υποδέχθηκαν τη «Μάνια» δύο δελφίνια! «Είδες; Ολα στα κανόνισα για να αγαπήσεις το μέρος μου!», είπε γελώντας.

Επιθεώρησε τα πανιά και τα σημαιάκια. Κάθησε δίπλα στην καδένα της άγκυρας. Εβγαλε το καπέλο και άρχισε να το κουνάει. «Φτάσαμε!» μου είπε. Και είδα ότι τα μάτια του είχαν δακρύσει…

Το... πεπρωμένο

«Πες το ανάγκη, πες το δίψα… το πεπρωμένο. Οι Ελληνες είμαστε ναυτικοί, πολλές χιλιάδες χρόνια. Την “Οδύσσεια” εμείς τη γράψαμε. Το νερό είναι μέσα στο αίμα μας και μέσα στο πετσί μας. Ξυπνάς κάθε μέρα και βλέπεις τη θάλασσα απέναντί σου. Σε κάνει να θες να ταξιδέψεις και να γνωρίσεις το άγνωστο. Θυμάμαι σαν παιδί στα Καρδάμυλα να κάθομαι σε κάτι σκαλάκια με τα πόδια μέσα στο θαλασσινό νερό και να σκέφτομαι πως και εγώ θα μπαρκάρω μια ημέρα. Προσωπικά δύο δασκάλους είχα στη ζωή, τη θάλασσα και τη φτώχεια. Είχα και μια μάνα που αντί να κλαίει όταν μπάρκαρα μικρός, ήταν ευτυχισμένη που βρήκα τον δρόμο μου. Και αυτή με δίδαξε να στέκομαι στη ζωή. Πιστεύω πως για τα σημερινά παιδιά που τα θέλουν όλα έτοιμα, φταίμε και εμείς… Εύχομαι καλά ταξίδια στους ναυτικούς μας, καλή πρόοδο στα παιδιά μας και καλή φώτιση σε όλους μας».

Η συνάντηση

Δεν ήταν γεύμα, αλλά πρόγευμα πάνω στο σκαρί της «Μάνιας». Ετσι ήπιαμε καφέ και φάγαμε κουλουράκια και χιώτικες λιχουδιές. Ανάμεσά τους ήταν οι κλασικές χιώτικες χειροποίητες μαρμελάδες που είναι στην παράδοση του νησιού. Από τότε που κτίστηκαν τα αρχοντικά του Kάμπου με τους ψηλούς τοίχους που προστάτευαν τις μανταρινιές, τις πορτοκαλιές και τις λεμονιές, οι Χιώτες λάτρευαν τα εσπεριδοειδή και σκαρφίζονταν τραταρίσματα, από τουρσιά φρούτων και γλυκά του κουταλιού μέχρι γλυκά. Παρέα με τα κουλουράκια της μαστίχας, είναι σαν παλιοί συγγενείς.

Ειδήσεις σήμερα. Μπείτε στην ομάδα μας στο Viber και δείτε όλες τις ειδήσεις από τη Χίο και το Βόρειο Αιγαίο. Ακολουθήστε μας στο Google News. Σχολιάστε στην σελίδα μας στο Facebook.

Τα νέα της Χίου κάθε Παρασκευή στην πόρτα σας. Γίνετε συνδρομητής της εφημερίδας «πολίτης» συμπληρώνοντας την ηλεκτρονική φόρμα εδώ.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ